Το μοτίβο της σπασμένης στάμνας λαμβάνει κεντρικό ρόλο
και σύνθετη δραματουργική λειτουργία στο ομώνυμο έργο του Κλάιστ, προκαλώντας διαφορετικές
ερμηνευτικές προσεγγίσεις.
Στις
προφανείς αντιστοιχίες μεταξύ Οιδίποδα
και Στάμνας η χρήση του
δραματουργικού μοτίβου μετατρέπει το υλικό της τραγωδίας (ο ήρωας ως δικαστής
εκδικάζει μια υπόθεση στην οποία είναι ο ένοχος) σε κωμωδία, καθώς η σοβαρή
ενασχόληση μιας δικαστικής διαμάχης με ένα ασήμαντο γεγονός -το σπάσιμο μιας στάμνας- αμβλύνει το αδίκημα δίνοντας κωμικές
διαστάσεις στο αστυνομικό ενδιαφέρον για την αποκάλυψη του δράστη.[i]
Η τραγική άγνοια στην οποία βρισκόταν ο Οιδίποδας όταν δίκαζε τον εαυτό του,
αντιστρέφεται.[ii] Ο ήχος
και μόνο της στάμνας που σπάει είναι αρκετός, ώστε ο Αδάμ να έχει πλήρη
επίγνωση της εμπλοκής του και καθαρή πρόθεση στην απόκρυψη της ενοχής του!
Ως κεντρικός δραματουργικός άξονας
του έργου η σπασμένη στάμνα έχει διπλή λειτουργία. Ταυτόχρονα ενώνει αλλά και
διασπείρει την πλοκή αναδεικνύοντας τον βασικό δραματουργικό στόχος του Κλάιστ,
ότι τα φαινόμενα απατούν.[iii]
Εισάγοντας το βασικό αίνιγμα -ποιός έσπασε τη στάμνα;- θέτει σε εξέλιξη τη
δικαστική διαδικασία προς αναζήτηση της αλήθειας, προκαλώντας το σασπένς.[iv]
Πίσω από το προφανές του ασήμαντου αδικήματος κρύβεται η ιστορία ενός
διεφθαρμένου δικαστή ο οποίος επικαλούμενος την εξουσία του αντιστρατεύεται το
έργο της δικαιοσύνης, ώστε να καλύψει την ενοχή του.
Οι εμβόλιμες περιγραφές, πληροφορίες
και ιστορικές αναφορές από την κυρά-Μάρθας σχετικά με τη στάμνα, διασπούν τη
δράση και αποπροσανατολίζουν από την εστιασμένη αναζήτηση του δράστη, ενώ
ταυτόχρονα διασπείρουν τον δραματικό χρόνο σε ιστορικά γεγονότα (απελευθέρωση
Ολλανδίας) και παρελθοντικά συμβάντα (ιστορία της στάμνας), διακόπτοντας τη
χρονική αλληλουχία. Ανάλογη λειτουργία φαίνεται να επιτελεί και η ίδια η δικαστική
υπόθεση της σπασμένης στάμνας καθώς πίσω από αυτήν κρύβεται η διαφθορά του
δικαστικού συστήματος και υπονοείται η αποικιοκρατική πολιτική της Ολλανδικής
κυβέρνησης.[v]
Η σπασμένη στάμνα ως εκδικαζόμενη υπόθεση αποπροσανατολίζει και υπονομεύει τα
πραγματικά ζητήματα προς εκδίκαση. Καθώς
το έργο αποτελεί δίκη-καταδίκη του ίδιου του δικαστικού συστήματος, το
δραματουργικό μοτίβο διασπείρει και αντιστρατεύεται τη σοβαρότητα του ζητήματος
μέσα από τον κωμικό και ασήμαντο χαρακτήρα του. Η λειτουργία αυτή ενισχύεται και
υπογραμμίζεται με τη χρήση των μοτίβων της εξαπάτησης, της παρεξήγησης και της διαστρέβλωσης
των γεγονότων.[vi]
Η σπασμένη στάμνα αποκτά μεταφορική
σημασία. Η ανάγκη αποκατάστασης των σπασμένων κομματιών της, αντικατοπτρίζει τη
διαδικασία συναρμολόγησης του
κομματιασμένου puzzle
της υπόθεσης, μέσα από τις καταθέσεις των εμπλεκομένων, ανατρέχοντας με
αποσπασματικά flash
backs
στα γεγονότα. Η εκδίκαση του εγκλήματος καθώς και η αποκατάσταση της στάμνας
δεν είναι εύκολη υπόθεση. Οι δύο κύριοι εμπλεκόμενοι -ο Αδάμ και η Εύα-
αρνούνται να μαρτυρήσουν, ενώ στην αναζήτηση της αλήθειας παρεμβαίνουν τα
συμφέροντα ενός φιλόδοξου δικαστικού γραμματέα και ενός υποκριτή ανώτερου
επιθεωρητή.[vii]
Η αλήθεια φαινομενικά αποκαθίσταται όταν όλα τα κομμάτια πάρουν τη θέση τους,
δημιουργώντας όμως μια ραγισμένη εικόνα της δικαιοσύνης. Η σπασμένη στάμνα
λειτουργεί στο επίπεδο αυτό ως ειρωνική αντανάκλαση του δικαστικού συστήματος,
παραπέμποντας με την πτώση της στην κυριολεκτική και μεταφορική πτώση του
δικαστή Αδάμ και κατ’ επέκταση στην πτώση των πρωτόπλαστων.[viii]
Είναι εμφανές πλέον ότι η στάμνα
αποκτά μεταφορική και συμβολική σημασία. Αποτελεί ενοποιητικό παράγοντα
πολλαπλών ερμηνειών οι οποίες κινούνται σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα και
ταυτόχρονα συνδιαλέγονται.[ix]
Ως σύμβολο αγνότητας, δικαιοσύνης, πατριωτισμού, ιστορικό έμβλημα και
καλλιτεχνικό δημιούργημα η σπασμένη στάμνα, όπως και ο χαμένος παράδεισος,
εκφράζει μέσα από την πτώση -κυριολεκτική και μεταφορική- την απώλεια μιας
προγενέστερης ιδανικής κατάστασης ισορροπίας.[x]
Με βάση τη στάση τους απέναντι στη
σπασμένη στάμνα τα πρόσωπα αποκαλύπτουν τη θέση τους μέσα στη νέα τάξη
πραγμάτων και αποκαλύπτονται.[xi]
Ο Αδάμ με ξεκάθαρες αναφορές στον προπάτορα συνονόματό του, επιχειρεί να
καλύψει τις πράξεις του ενοχοποιώντας αθώους και να διαιωνίσει το διεφθαρμένο
δικαστικό σύστημα, ώστε να διατηρήσει τη θέση εξουσίας που κατέχει. Ο
επιθεωρητής επιχειρεί να επαναφέρει
τυπικά τη δικαιοσύνη, ώστε να προωθήσει την εικόνα ενός υποδειγματικού
δικαστικού συστήματος, αδιαφορώντας για την αλήθεια αυτή καθεαυτή και ταυτόχρονα
νομιμοποιεί την πτωτική κατάσταση πίσω από την εικόνα μιας φαινομενικά ιδανικής
πραγματικότητας. Η Εύα, έξυπνα και ψύχραιμα, κινεί τα νήματα και διαχειρίζεται
την πτώση προς όφελός της επιτυγχάνοντας τον αρχικό της στόχο -καλύτερους όρους
στη στρατιωτική θητεία του αγαπημένου της. Το θέμα εδώ δεν είναι η επαναφορά
της προ-πτωτικής κατάστασης, αλλά ένας
συμβιβασμός που να βολεύει!
Η προσκόλληση της κυρα-Μάρθας στη
στάμνα, εάν παραμείνει ερμηνευτικά στο επίπεδο του «φαίνεσθαι», κρίνεται
κωμική, αφελής και αδικαιολόγητη. Επειδή όμως τα φαινόμενα απατούν και το
ένστικτο δεν ξεγελιέται, η έντονα διεκδικητική απαίτηση αποκατάστασης της
σπασμένης στάμνας –ακόμα και μετά το πέρας της δίκης- εγείρει εκ νέου την
ανάγκη εκδίκασης της υπόθεσης καταδεικνύοντας τη φαυλότητα η οποία διέπει κάθε αποτυχημένη
απόπειρα επαναφοράς της ισορροπίας.
Ο ρόλος του δραματουργικού μοτίβου
της σπασμένης στάμνας, σύνθετος και αντιφατικός, παραμένει καθολικά ουσιαστικός
καθώς πραγματεύεται μια απλή κωμική υπόθεση
δίνοντάς της πολιτικές, κοινωνικές και συμβολικές διαστάσεις και προκαλώντας πολλές και διαφορετικές
ερμηνείες.
[i] Gundolf 1696/97:44.
[ii] Helbing 1975:121, Παντή 1994:26.
[iii] Samuel 1982:13.
[iv] Παντή 1994:26.
[v] Mücke
2011:42-46.
[vi] Helbing
1975:119.
[vii] Allan
2006:95, 104.
[viii] Allan
2006:106.
[ix] Η Mücke (2011:42) εισηγείται τη
διαλεκτική σχέση μεταξύ τέχνης, πολιτικής και ιστορίας.
[x]Η Mücke (2011:42) εισηγείται το
διαχωρισμό σε δύο περιόδους (πριν και μετά την πτώση). Η Γκράχαμ (1997:39)
ορίζει τις περιόδους ως προς την εγγύτητα της αλήθειας, ο Samuel (1982:12-13) ως ύπαρξη και διατάραξη
της ισορροπίας της ανθρώπινης ψυχής και αθωότητας και ο Allan (2006:106) ως νοσταλγία και
αναζήτηση της τέλειας απόδοσης δικαιοσύνης.
[xi] Allan 2006:104-106.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Έργο Αναφοράς
Μαστοράκη, Τ. (μτφρ). 1982. Ερρίκου Φον Κλάϊστ: Η Σπασμένη Στάμνα. Αθήνα: Εταιρία Σπουδών
Σχολής Μωραΐτη.
Ελληνική Βιβλιογραφία
Γκράχαμ,
Ι. 1997. «Η σπασμένη στάμνα – Ο πρωταγωνιστής της κωμωδίας του Κλάϊστ», Πρόγραμμα της παράστασης Χάινριχ φον Κλάιστ:
Η Σπασμένη Στάμνα, Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας.
Gundolf,
F.
1997/97. «Το κωμικό», Πρόγραμμα της
παράστασης: Χάινριχ Φον Κλάιστ Η Σπασμένη Στάμνα. Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.
Παντή,
Μπ. 1994. «Η Σπασμένη Στάμνα», Πρόγραμμα
της Παράστασης: Χάινριχ Φον Κλάιστ, Η Σπασμένη Στάμνα. Δημοτικό
Περιφερειακό Θέατρο Ιωαννίνων.
Samuel, R. H. 1982. «Η Σπασμένη Στάμνα,
προέλευση και πηγές», Ερρίκου Φον Κλάιστ
Η Σπασμένη Στάμνα, κωμωδία σε δεκατρείς σκηνές. Αθήνα: Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας.
Αγγλική
Βιβλιογραφία
Allan, S. 2006. The
Plays of Heinrich Von Kleist: Ideals and Illusions. United
Kingdom:
Cambridge
University
Press.
Fischer, Β. & Mehigan, Τ. 2011. Heinrich
Von Kleist and Modernity. New York.
Helbling, R. 1975. The
Major Works of Heinrich von Kleist. New York: New Directions.
Mücke, D. V. 2011. “The Fragmented Picture and
Kleist’s Zerbrochner Krug” Heinrich Von
Kleist and Modernity. New York.